Monday, May 29, 2006

Που την πας την κούπα; (Ο-Ε-Ο;)

Σαν τότε που πήγαινα εκδρομές με το σχολείο και δεν κοιμόμουν όλο το βράδυ μην τυχόν αποκοιμηθώ και χάσω το λεωφορείο, έτσι και χθες.
Μην τυχόν αποκοιμηθώ και αργήσω την πρώτη μέρα στην δουλειά.

Με τα τραγούδια του Juanes στο φλασάκι μου ξεκίνησα πρωί πρωί. Χαρούμενη και αγχωμένη.
Στην δουλειά βρήκα ανθρώπους φιλικούς και πρόθυμους να με κατατοπίσουν. Βρήκα κατανόηση για την απειρία μου στον χώρο. Βρήκα χαμόγελα και πήρα θάρρος.
Βρήκα πελάτισσα στο βιβλιοπωλείο μια παλιά μου συμμαθήτρια από Γιάννενα. Είχα να την δω 11 χρόνια!
Βρήκα καλούς συναδέλφους.
Επιτέλους βρήκα μια καλή δουλειά.

Με τα τραγούδια του Juanes στο φλασάκι μου έφυγα το απόγευμα.
Έφυγα με πρησμένα πόδια. Έφυγα με ένα μεγάλο χαμόγελο. Γεμάτη χαρά.
Επιτέλους γυρίζω και εγώ σπίτι κουρασμένη.

Αύριο η αγαπημένη μου κούπα θα έρθει μαζί μου.
Τον πρωινό καφέ θα τον πίνω αλλού πια.

Δεν ξέρω αν το καταλάβατε, αλλά είμαι πολύ χαρούμενη...

Friday, May 26, 2006

Εεε... συγνώμη ...γκουχ γκουχ ...θα ήθελα την προσοχή σας παρακαλώ

έχω να ανακοινώσω κάτι πολύ σημαντικό για μένα.
Ουφ δεν ξέρω πως να το πω, δεν είμαι συνηθισμένη σε τέτοιες χαρές.
Ας το πω μια και έξω.
ΒΡΗΚΑ ΔΟΥΛΕΙΑ!

Ναι, ναι, επιτέλους.
Πριν λίγο χτύπησε το παλιοτηλέφωνο.
Ξεκινάω την Δευτέρα το πρωί σε ένα πολύ καλό βιβλιοπωλείο.
Όταν έφυγα από την συνέντευξη, την προηγούμενη βδομάδα, σκεφτόμουν πως αν είναι να κάνω μια δουλειά άσχετη με το αντικείμενο μου τότε αυτή είναι η δουλειά που θα ήθελα να κάνω.

Έγινε η αρχή. Έστω και εκτός χώρου χημείας, αλλά έγινε η αρχή.
Η διάρκεια της δουλειάς είναι προκαθορισμένη για 4 μήνες μόνο, αλλά υπάρχει η προοπτική και για συνέχεια.
Ποιος ξέρει αυτός ο δρόμος που θα με βγάλει.

Θέλω να ευχαριστήσω και δημόσια τον Διονύση Μαραθιά που με βοήθησε τόσο πολύ.
Όταν τον πρωτογνώρισα πριν μερικούς μήνες τον ρώτησα
"Λες να ήρθες για να μου αλλάξεις την ζωή;"
Τελικά Διονύση γι' αυτό ήρθες!



Εδώ και μία ώρα όλο γελάω, γελάω, γελάω, κλαίω, γελάω, γελάω...
Δεν θα είναι νεκρό το φετινό μου καλοκαίρι.

Thursday, May 25, 2006

Αποκλείεται να διαβάσατε το προηγούμενο ποστ!!!

Και αποκλείεται-αποκλείεται να το διαβάσατε μέχρι το τέλος.
Και όσοι το διαβάσατε βαρεθήκατε μέχρι θανάτου.
Μην το αρνήστε. Το ξέρω.
Δεν έχω μηχανάκια μέτρησης στο μπλόγκ αλλά σας ξέρω εγώ.
Σουτ! Σιωπή. Δεν θέλω αντιρρήσεις.

Από κάποιον τακτικό αναγνώστη έλαβα το παρακάτω μήνυμα:

"Το τελευταίο σου ποστ πολύ μούφα. Βαρετότατο!
Με το ζόρι και με οδοντογλυφίδα στα μάτια διάβασα τις πρώτες 5 σειρές. Μετά δεν την πάλεψα γιατί έσπασαν οι οδοντογλυφίδες και έκλεισαν τα μάτια μου.
Ε μα διαβάζεται αυτό το πράμα;"


Χαχαχαχααχαχα!!!
Να 'σαι καλά. Δεν θα το ξανακάνω.
Θα τα κόβω σε μικρότερα κομμάτια για να σας διευκολύνω.
Δεν πειράζει που δεν το διαβάσατε, δεν χάσατε και τίποτα σπουδαίο.
Το μήνυμα του φίλου όμως όλα τα λεφτά.
Έχω και απαιτητικό κοινό βλέπεις...

Πενηνταδώδεκα σταγόνες που χορεύουν και πηδάνε

Σε ένα μικρό λεωφορείο γεμάτο με δέκα παιδιά, ηλικίας 11-13, με την Ασπασία, στον ρόλο του βοηθού, και εμένα στον ρόλο του αρχηγού αποστολής να ταξιδεύουμε για κατασκήνωση στα βουνά. Πίσω μας σέρναμε ένα κάρο γεμάτο μπαγκάζια. Στις λακκούβες του χωματόδρομου κοιτούσαμε ενστικτωδώς όλοι πίσω μην τυχόν μας έπεσε καμιά βαλίτσα.
Τα μικρά, μας πήραν τα αυτιά με τα τραγούδια τους σε όλη την διαδρομή. Ήμουν χαρούμενη αλλά και αγχωμένη. Η ευθύνη που είχα αναλάβει ήταν μεγάλη.
Η υπαρχηγός στον ρόλο της αρχηγού.

Φτάσαμε μεσημέρι στην περιοχή Κόρπους Βροντερού, όπου υπάρχουν οι πηγές για το νερό Κορπή. Μία ώρα δρόμο από τα Τρίκαλα. Ερημιά. Βουνό, δέντρα ψηλά, χωματόδρομος. Και να! Ένα ξέφωτο, χρωματιστές σκηνές, παιδιά και μεγάλοι να τρέχουν και να μας καλωσορίζουν.

Η προετοιμασία μιας κατασκήνωσης είναι πολύ δύσκολη δουλειά. Πρέπει να στηθούν οι μεγάλες στρατιωτικές σκηνές (φαρμακείο, αποθήκες φαγητού, εστιατόρια) και οι δικές μας οι μικρές πριν το σούρουπο.
Φανταστείτε 130 μικρά παιδιά και άλλα 50 στελέχη (άνω των 18) χωρισμένοι σε 3 υποκατασκηνώσεις. Ξέρεις τι είναι να στήνεις σκηνές για τόσα άτομα; Άσε να μην μάθεις...

Το βράδυ είχαμε μια μεγάλη έκπληξη. Το κρύο. Μππρρρ.
Μάλλον δεν τα είχαμε υπολογίσει σωστά τα πράγματα. Ιούλιος στο βουνό και όμως ο καιρός ήταν χειμωνιάτικος. Που πας κυρία μου με τα τιραντέ και τα πεδιλάκια;
Το πρώτο βράδυ όπως και τα υπόλοιπα ντύθηκα κρεμμύδι.
Αθλητική φόρμα, τζιν παντελόνι, 2 ζευγάρια κάλτσες, φανελάκι, 2 κοντομάνικες, ένα φούτερ, μια ζακέτα, τυλιγμένη σε μια μεγάλη πετσέτα και μετά στο σλίπινγκ μπάγκ σαν πίτα λουκάνικο με απ' όλα.
Δράμα, δεν κοιμήθηκα όλη νύχτα.

Η Δράμα, η Πάτρα, τα Γιάννενα ...αχ δεν θυμάμαι άλλους... αποτελούσαν την δική μας υποκατασκήνωση που ονομαζόταν "Κίνα- η χώρα των ανθισμένων λουλουδιών" ή κάτι τέτοιο, δεν θυμάμαι γέρασα.
Εγώ κληρώθηκα να έχω το όνομα "Γεν Βάγκ- η θεά του θανάτου". Προφητικό όνομα, δυστυχώς.

Η δεύτερη μέρα σε μια κατασκήνωση είναι δύσκολη επίσης. Έπρεπε να στήσουμε και να σκάψουμε επιπλέον τουαλέτες, να κουβαλήσουμε νερό από διπλανή πηγή, να σκάψουμε γύρω από τις σκηνές για ασφάλεια σε περίπτωση βροχής... γενικά έχει πολύ σκάψιμο.
Την τρίτη μέρα αρχίζουμε να περνάμε καλά και να απολαμβάνουμε. Την τέταρτη μέρα ξεκινάει το σφίξιμο. Την πέμπτη όλοι υποφέρουν. Δεν είχε πάει κανείς τουαλέτα. Αρχίσαμε να μοιράζουμε "καραμέλες" για να φτάσουμε και στην έκτη μέρα. Δράμα σας λέω, δράμα.

Λόγω υψομέτρου μας άνοιγε συνέχεια η μύτη. Τα μαλλιά μας είχαν γίνει ράστα, αρχίσαμε να βρωμάμε. Το νερό ήταν παγωμένο για να κάνουμε μπάνιο. Γεμίζαμε πλαστικά μπουκάλια και τα αφήναμε στον ήλιο μήπως και ζεσταθούν. Τα δόντια μας πλέναμε και φοβόμασταν μην γίνουν θρύψαλα.
Τα μικρά να θέλουν συνέχεια παιχνίδια και περιπάτους, τα τσιγάρα να τελειώνουν. Ο μικρός Γιαννάκης να έχει ερωτευτεί την Χριστινούλα και να είναι απαρηγόρητος γιατί δεν έβρισκε ανταπόκριση. Ένα άλλο ζευγάρι (ξεπεταγμένο για την ηλικία του) να πίνει κρυφά μπύρες-που σκατά τις βρήκανε-και να κρύβεται στο δάσος. Και μιας και "τα" ανέφερα κανείς να μην έχει πάει ακόμα τουαλέτα. Δράμα...

Το κρύο τα βράδια ήταν ανυπόφορο και η αγωνία μην τυχόν αρρωστήσει κανένα παιδάκι ήταν μεγάλη. Το συμβούλιο της υποκατασκήνωσης συνεδρίαζε κάθε βράδυ αργά για να αξιολογήσει- βεβαίως βεβαίως- την μέρα που πέρασε και να προγραμματίσει την μέρα που θα έρθει. Κοινώς να πίνουμε κονιάκ, μπύρες, τσίπουρο και να τρώμε σταφίδες και αποφάγια.
Επειδή τα λαμόγια μιας άλλης υποκατασκήνωσης προλαβαίνανε πάντα την σκηνή του εστιατορίου εμείς την βγάζαμε κάτω από ένα αντίσκηνο, στριμωγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο και τουρτουρίζοντας.
Ο Ανδρέας από την Πάτρα (δεν έχω γνωρίσει πιο φιλότιμο και ευγενικό παιδί) κάθε βράδυ όταν πήγαινε για ύπνο μου έφερνε τον μπουφάν του. "Για να βγάλεις την νύχτα" μου έλεγε.
Το φορούσα και μου μάζευε τα μανίκια που μου ήταν μεγάλα.

Σε ένα διπλανό ξέφωτο οργανώσαμε ένα μεγάλο παιχνίδι. Τα δικά μας τα κατσίκια τρέχανε και χοροπηδούσαν μέχρι που εμφανίστηκε ένα κοπάδι με πραγματικά κατσίκια. Τα μικρά χέστηκαν από το φόβο τους. Επιτέλους! Αλληλούια!
Σε κάποιο σημείο του παιχνιδιού έπρεπε να τρέξω μια μεγάλη απόσταση, να περάσω πίσω από κάποιους θάμνους και μετά... δεν θυμάμαι τι έπρεπε να κάνω γιατί πίσω από τον θάμνο έπεσα μούρη με μούρη με ένα κατσίκι ίσα με το μπόι μου (καλά... δεν είμαι και το πρώτο μπόι).
Σοκαρίστηκα. Με κοίταξε, το κοίταξα, με ξανακοίταξε, το ξανακοίταξα και το έβαλα στα πόδια. Για λίγα μέτρα με κυνήγησε, μετά θα σκέφτηκε "άντε μωρή κοντή κατσίκα που θα σε κυνηγήσω κιόλας". Ήταν πολύ όμορφος για γίδι πάντως.

Στις 20 Ιουλίου μας είχαν καλεσμένους σε διπλανό χωριό για το πανηγύρι. Μας τάισαν γίδα βραστή, ελπίζω να μην έφαγα τον γλυκούλη μου, και μας πότισαν παγωμένες μπύρες. Τα μικρά, τι ανάγκη είχαν, το έριξαν στον χορό και στο φαγητό. Όταν ήρθε η ώρα της επιστροφής αγανακτήσαμε. Έπρεπε να περπατήσουμε πάνω από μία ώρα σε ανηφορικό δρόμο.
Στα μέσα της διαδρομής μου τελείωσε το νερό, δεν έχω τίποτα χειρότερο. Περίμενα πως και πως να φτάσουμε στην πηγή κάτω από την κατασκήνωση.
Τα σκασμένα μέχρι τότε ακόμα τραγουδούσαν.
Μετά την τελική ανηφόρα άρχισε ένας δρόμος γύρω στα 800 μέτρα και στο τέλος του η πηγή. Είχα βάλει στόχο. Δεν κοιτούσα τίποτα άλλο. Μόνο την πηγή.
Εκατό μέτρα πριν φτάσω άκουσα από μακριά να με φωνάζουν οι υπόλοιποι που είχαν ξεμείνει πιο πίσω. Η Κατερίνα (ένα παιδί της δικής μου ομάδας, από Γιάννενα) είχε λιποθυμήσει.
Δεν ξέρω πως, με τι δυνάμεις άρχισα να τρέχω προς το μέρος τους. Όλο έτρεχα και όλο δεν έφτανα. Αφού συνήλθε την πήρα στην πλάτη μου και την πήγα στην πηγή. Είχα ξεχάσει πως διψούσα, πως ήμουν κουρασμένη, πως έκαιγε το κεφάλι μου από τον ήλιο. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να συνέλθει το παιδί. Μετά μπορεί να ήπια και τρία λίτρα νερό.

Μία ώρα αργότερα τα πιτσιρίκια κοιμόντουσαν για μεσημέρι και εμείς τα μεγαλοστελέχοι καθόμασταν στον κορμό ενός πεσμένου δέντρου κάτω από πυκνή σκιά. Το τηλέφωνο μου χτύπησε. Εκείνη την στιγμή θα άλλαζε για πάντα η ζωή μου. Για πάντα.
-Σκοτώθηκε... τροχαίο...

Για αρκετά λεπτά ρωτούσα τους διπλανούς μου "μίλησα με κάποιον στο τηλέφωνο;" "πείτε μου, χτύπησε πριν λίγο το κινητό μου; τι ακούσατε; τι μου είπαν;"
Η μία αγκαλιά διαδέχονταν την άλλη. "Σουςςς ηρέμησε..."
Για να μην αναστατώσω τα παιδιά που θα με έβλεπαν σε αυτή την κατάσταση απομακρύνθηκα από την κατασκήνωση και έκλαψα όσο δεν έκλαψα ποτέ ξανά. Τα ουρλιαχτά μου έκαναν αντίλαλο στα βουνά.
Μάζεψα τα κομμάτια μου και άρχισα να κανονίζω την αναχώρηση μου. Θα έρχονταν οι γονείς μου στα Τρίκαλα να παραλάβουν το φάντασμα μου, έπρεπε να βρω αυτοκίνητο που θα με πήγαινε εκεί, να ειδοποιήσω για αντικαταστάτη που έπρεπε να έρθει την επόμενη μέρα (ο κλήρος έπεσε στην Άννα), να ενημερώσω την δική μου ομάδα για να μην ταραχτούν, να μην φοβηθούν που θα τους άφηνα, παιδάκια ήταν.

Εκείνο το απόγευμα ήρθαν ενισχύσεις από Αθήνα. Δύο καινούργια στελέχη που έφεραν μαζί τους βαλίτσες με ζεστά ρούχα. Ότι μπόρεσε ο καθένας να μαζέψει. Μοιράστηκαν στα παιδιά και στους μεγάλους. Ακόμα θυμάμαι τον Δημήτρη, 25αρης, ψηλός, γεροδεμένος να φοράει μια γυναικεία καπαρντίνα με φούξιες λεπτομέρειες στον γιακά και στα μανίκια. Ότι να' ναι, αρκεί να ζεσταθεί το κοκαλάκι μας.
Μοίρασα τα υπάρχοντα μου. Τα τσιγάρα,τις κάλτσες, το φούτερ και το σλίπινγκ μπάγκ.

Το βράδυ στον κύκλο της φωτιάς υπήρχε μια αναστάτωση. Είχε μαθευτεί πως θα έφευγα, χωρίς να ξέρουν τον λόγο. Ο Γιώργος, αρχηγός της υποκατασκήνωσης, ήξερε πως δεν είχα ακούσει ποτέ το τραγούδι του αποχαιρετισμού. Άρχισε να το τραγουδάει. Πολύ γρήγορα όλοι μου τραγουδούσαν
"... μια μέρα θα ξανασυναντηθούμε..."

Τους ευχαρίστησα για τις υπέροχες μέρες που περάσαμε μαζί (και ας λέω εγώ "δράμα") και τους είπα πως θα ήθελα να τους φιλήσω έναν-έναν αλλά είναι και "πενηνταδώδεκα σταγόνες που χορεύουν και πηδάνε".
Σηκώθηκαν όλοι με μιας και με γέμισαν με φιλιά και αγκαλιές. Με γέμισαν με δύναμη.
Όταν απομακρυνόμουν τα άκουγα να μου τραγουδούν:
"πενηνταδώδεκα σταγόνες που χορεύουν και πηδάνε
πενηνταδώδεκα σταγόνες που χορεύουν και πηδούν"

Μην με ρωτήσετε τι σημαίνει, είναι συνθηματικό.
Βρε τα παλιοκάτσικα... τα θυμήθηκα χθες βράδυ από μια συζήτηση που είχα.
Να' ναι καλά.

Wednesday, May 24, 2006

Τρέλανε μας λίγο ακόμα ...

Ο Χρήστος Θηβαίος χθες στον Σταυρό του Νότου.
Με έναν συνδυασμό νέων και παλιών τραγουδιών μας ταξίδεψε ξανά.

Ήμουν σε τέτοια απόσταση από την σκηνή που έβλεπα τις φλέβες του να πετάγονται στους κροτάφους, τον ιδρώτα στο μέτωπο του, την ένταση ή την γαλήνη του όταν τραγουδούσε.
(και τα σφηνάκια που ήπιε επίσης)
Σχεδόν ένοιωθα την βραχνάδα της φωνής του, σχεδόν με κοιτούσε με το "τρελό" του βλέμμα.
Τραντάζονταν το τραπέζι μου όταν χοροπηδούσε, πιο ψηλά, πιο δυνατά.

Την αδυναμία και την εκτίμηση που έχω για τον Θηβαίο την έχω εκφράσει και στο παρελθόν.
Είναι ένας συνθέτης-ερμηνευτής-μουσικός με πάθος, με έμπνευση, με ανησυχίες.
Ψηλώνει απότομα όταν ανεβαίνει στην σκηνή.

Η φωτογραφία βγήκε θολή γιατί δεν στεκόταν πουθενά ήσυχος και ακίνητος.
Θηβαίος... θα μου πείτε... κάθεται αυτός ποτέ ήσυχος;


Friday, May 19, 2006

Πάμε ένα στοιχηματάκι;

Οι πέντε πρώτοι μεγάλοι νικητές αύριο θα είναι:
1. η παρέα
2. η πίτσα
3. το σουβλάκι
4. η κόκα κόλα
5.το ξενύχτι

Όσο για τους άλλους, αυτούς που θα διαγωνιστούν λέω να πω τις προβλέψεις μου. Έχω δει το μέλλον με πολλούς τρόπους.
Από το πρωί έχω πιει και έχω "πει" 5 ελληνικούς καφέδες.
Ξεπουπούλιασα όλες τις μαύρες κότες του γείτονα μέχρι να γεννήσουν για να μελετήσω το "μαύρο αυγό".
Δεν έμειναν κουκιά για κουκιά στο σούπερ μάρκετ (ναι, λέω και τα κουκιά)
Τα ταρώ έλιωσαν στα χέρια μου, η γυάλινη μαγική σφαίρα ράγισε.
Αλλά όλα συμφωνούν στο ίδιο αποτέλεσμα.

Τα τραγούδια που θα κερδίσουν τις θέσεις 2 έως 5 (με τυχαία σειρά) θα είναι:
Βοσνία-Ερζεγοβίνη (μία χώρα)
Ρωσία
Σουηδία
Λιθουανία (ή η Ελλάδα, δεν είδα καθαρά είχε παρεμβολές σε αυτό το σημείο γιατί η Βίσση μια σηκώνονταν μια γονάτιζε)

Ο νικητής θα είναι ταν ταν ταν ταν...
η Ρουμανία με το tornero!

Αν χάσω θα κόψω τις κοτσίδες μου.
Αν κερδίσω (τουλάχιστον για τον πρώτο νικητή) θα έχω το σεβασμό όλων σας προς τις μαντικές-μαγικές ικανότητες μου.
Αν κάποιος από εσάς έχει καλύτερη έμπνευση θα κερδίσει ένα δωρεάν κούρεμα από μένα (αυτό σαν τιμωρία ακούγεται, όχι σαν επιβράβευση).




Υ.Γ1 έχω ακούσει μόνο τα τραγούδια του ημιτελικού άρα μάλλον θα πέσω έξω σε όλα
Υ.Γ2 τώρα θυμήθηκα πως τις κοτσίδες μου τις έκοψα προχθές σε άλλο στοίχημα.

Thursday, May 18, 2006

Τι θα γίνω όταν μεγαλώσω - Έκθεση Γαλλικών

Γράφτηκε χθές το μεσημέρι βιαστικά γιατί η καθηγήτρια γαλλικών θα αφήνιαζε αν δεν της πήγαινα έκθεση.
Την μεταφέρω εδώ στα ελληνικά για να μην σας κουράζω με μεταφράσεις. Οι παρενθέσεις είναι επιπρόσθετες σκέψεις μου.

"Πηγαίνω στο λύκειο (ναι θα 'θελες).
Είμαι στην πρώτη τάξη (ουυ ψεύτρα) και πρέπει να αποφασίσω τι θα γίνω στο μέλλον (ΜΗΝ γίνεις χημικός, μην γίνεις χημικός).
Αγαπώ την χημεία και θέλω να την σπουδάσω (να τα, να τα).
Θα δουλεύω σε εργαστήρια χημείας και θα κάνω πολλά πειράματα (αφελής νεολαία).
Θα ανακαλύψω ένα χάπι για τον καρκίνο ή θα πάω σε αποστολή στον Άρη και θα ανακαλύψω νερό (εμ τα έλεγα εγώ, δεν τα έλεγα προχθές;).
Αλλά όχι. Το μετάνιωσα (αλήθεια;;;).
Τελικά θα γίνω κομμώτρια γιατί είναι πιο εύκολο και θα βγάλω πολλά λεφτά (μπράβο το κορίτσι, έβαλε μυαλό).
Κάποιος άλλος επιστήμονας ας ανακαλύψει νερό στον Άρη, όχι εγώ".



Μπορεί να μην πήρα άριστα, γιατί είχα κάποια λαθάκια αλλά έκανα την καθηγήτρια να γελάσει πολύ.
Σε όποια γλώσσα βρε παιδί μου και αν γράψω, γράφω εμπνευσμένα.
Είμαι τελικά μεγάλο ταλέντο (όξωωω).

Tuesday, May 16, 2006

Θέλω-stop-να βρω-stop-δουλειά-stop.

Συνήθιζα από παιδί να βάζω σημειώματα γι' αυτά που δεν έπρεπε να ξεχάσω ή γι' αυτά που έπρεπε να προσπαθώ κάθε μέρα.

"Πρέπει να διαβάσω! Σε ένα μήνα οι πανελλήνιες"
"Hellooooo! Έχεις εξεταστική"
"Θα την περάσω την γαμω-κβαντική"
"Στις 13 τελευταίο μάθημα"
"Έγινε το θαύμα, στις 25/7 ορκίζεσαι!!!"
"Πότε θα κόψεις το κάπνισμα;"

Τα τοποθετούσα άλλοτε στα πιο απίθανα σημεία... στην κορυφή του κρεβατιού, στο πλαϊνό του κομοδίνου, στην παπουτσοθήκη, στο εσωτερικό του βιβλίου που διάβαζα, στο ταβάνι
ή φάτσα φόρα... στο γραφείο, στον υπολογιστή, στον καθρέφτη του μπάνιου.

Τον τελευταίο καιρό το σημείωμα "θέλω να βρω δουλειά (γαμώτο)" το έχω πάνω στον υπολογιστή.
Να το βλέπω κάθε μέρα, κάθε στιγμή... λες και το ξεχνάω ποτέ.
Είναι για να μου θυμίζει πως δεν πρέπει να εγκαταλείπω, πως κάθε μέρα πρέπει να προσπαθώ.

Εδώ και καιρό άρχισα να ψάχνω για δουλειά εκτός του αντικειμένου μου. Δεν είναι εύκολο ούτε και αυτό. Το πτυχίο τελικά είναι μονόδρομος.
Αλλά ακόμα προσπαθώ.

Έρχεται καλοκαίρι και στην αγορά εργασίας όλα νεκρώνουν μέχρι τον Σεπτέμβρη.
Δεν θέλω ένα ακόμα καλοκαίρι νεκρό.
Δεν θέλω.

Θέλω να ξυπνάω νωρίς, να ετοιμάζομαι για την δουλειά.
Να φτάνω με χαρά, να δουλεύω, να φτιάχνω κάτι με τα χέρια ή το μυαλό μου. Να ακούω ένα "μπράβο" ή ένα "θα μπορούσες και καλύτερα" ή έστω ένα "αισταδιάλα".
Να βλέπω το χαμόγελο ή τα ξινισμένα μούτρα του αφεντικού (προτιμώ το πρώτο)
Να κουράζομαι. Ναι, θέλω να κουραστώ.
Να χτυπάω τα δάχτυλα ρυθμικά στο γραφείο για να περάσει η ώρα.
Να έχω συναδέλφους.

Να πάρω τον πρώτο μου κανονικό μισθό και να τον τσακίσω.
Να βγάλω τους φίλους μου για φαγητό. Να πάρω γυαλιά ηλίου στον σύντροφο μου. Στην μητέρα μου σκουλαρίκια, στον πατέρα μου ρολόι, στα ανίψια μου παιχνίδια.
Στην κολλητή μου sparilious ένα κινητό, στο sport billy ένα mp3 player...
... και η λίστα δεν τελειώνει...
Να έχουν κάτι από μένα.

Όπως άλλοι σκέφτονται τι θα έκαναν αν κέρδιζαν το λαχείο, εγώ σκέφτομαι τι θα έκανα αν έβρισκα ποτέ δουλειά.

Πάω τώρα να χτυπήσω το κεφάλι μου στον τοίχο ή μήπως να γεμίσω τους τοίχους με σημειώματα "Όχι εδώ! Παραπέρα";

Monday, May 15, 2006

Βόρειοι-Νότιοι, Φωτορεπορτάζ

Η νύχτα έπεσε πάνω από την όμορφη πόλη, το φεγγάρι φανέρωσε τα μυστικά του κόλπου
και βρήκαμε τον δρόμο για την Περαία.




Φάγαμε ψαράκι λεμονάτο και ήπιαμε άπειρες μπύρες.
Η νύχτα ήταν γλυκιά και το όνειρο μας πετούσε σαν φtero στον άνεμο.
Στην παρέα υπήρχε και ο (μάλλον) μπλόγκερ Γιάννης (ως γνωστόν παρέα δίχως Γιάννη, προκοπή δεν κάνει) και ο (μάλλον) to be μπλόγκερ Γ. Το φως των κεριών προσέλκυσε και μια περαστική πεταλούδα.
Ύστερα το ρίξαμε στα βαριά τσιγάρα.




Το παρακράτος έκλεισε συμφωνία με τον Νομάρχη.
Οι όροι της συμφωνίας είναι απόρρητοι αλλά διέρρευσε πως τα εκατομμύρια είναι πολλά και πως μάλλον αφορά χημικά όπλα και εξαγορά ψηφοφόρων.




Τελειώσαμε το γεύμα με ένα γλυκό, σβήσαμε τα κεριά με δύο "φου" και φύγαμε από το "ίμερος".
Το δίλημμα ήταν σοβαρό: να πάμε σε αυτό το μπαρ ή να πάμε στο άλλο μπαρ;



Μετά από πολλά ποτά βγάλαμε τα ρούχα μας και τρέξαμε γυμνοί στην πλατεία Αριστοτέλους. Όλοι φώναζαν "να ένας μπλόγκερ"...
"να και ακόμα ένας"... "είναι τρελοί αυτοί οι μπλόγκερς τελικά!"




Αθάνατη Θεσσαλονίκη!
Για εσάς που ζηλέψατε... τι να σας πω... τα παράπονα σας στον ΟΗΕ

Friday, May 05, 2006

Doctor Alex in Mars

Η Νάσα μου έκανε εξαντλητικές εξετάσεις, τόσο σωματικές όσο και ψυχολογικές, πριν αποφασίσει να είμαι εγώ επικεφαλής στο Χημείο στον Άρη. Η αποστολή ήταν δύσκολη και μόνο μια έξυπνη και δυναμική γυναίκα σαν εμένα μπορούσε να τα καταφέρει.

Την ημέρα της εκτόξευσης η συγκίνηση μου ήταν πολύ μεγάλη. Άρχιζε ένα ταξίδι από το οποίο μπορεί και να μην γυρνούσα. Τα μάτια της μητέρας μου ήταν βουρκωμένα.
- Να προσέχεις ψυχή μου
- Θα προσέχω μάνα, ακόμα και αν βρω κανένα καλό γαμπρό στον Άρη μην ανησυχείς, δεν θα παντρευτώ στα ξένα.
Άφησε κατά μέρους τα ταπεράκια με τις σπανακόπιτες και το παστίτσιο που μου ετοίμασε για το ταξίδι και μου έδωσε μια μεγάλη αγκαλιά.
Αν ζούσε τότε ο ανιψιός μου θα με ρώταγε "τι θα μου φέρεις Αλετσάντρα;"

Δεμένη στο κάθισμα σκεφτόμουν "τα πήρα όλα; Δοκιμαστικούς σωλήνες, πιπέτες, υδροχλώριο, φαινολοφθαλεϊνη... λεφτά, κλειδιά, τσιγάρα, κινητό..."
Όταν ξεκίνησε το 10, 9, 8... οι μηχανές βούιζαν τρομακτικά.
"Αν δεν αφήσω εδώ τα κοκαλάκια μου κομμένες οι μαλακίες και τα ταξίδια με διαστημόπλοια"
7,6,5...
4,3,2...
1
Η εκτόξευση ήταν δυνατή, εκείνο το τελευταίο κεφτεδάκι της μαμάς που έφαγα στην βάση μου βγήκε από την μύτη.

-Γκράουντ Κοντρόλ του Μεϊτζορ Τομ
-Μεϊτζορ Τομ λαμβάνει
-Είστε όλοι οκ?
-Όλοι οκ Γκράουντ Κοντρόλ, μόνο η Ντόκτορ Άλεξ ανακατεύτηκε λίγο
-Αμάν αυτά τα κεφτεδάκια ρε Ντόκτορ Άλεξ, κάνε και λίγο κράτει.

Το ταξίδι κράτησε μόνο λίγες μέρες γιατί το διαστημόπλοιο ήταν καινούργιας τεχνολογίας με μαγνητικούς προωθητήρες που καμπυλώνουν τον χωροχρόνο και παρακάμπτουν τους περιορισμούς την Θεωρίας της Σχετικότητας (τι είπα τώρα !?!)
Μπήκαμε σε τροχιά γύρω από τον Άρη και βολευτήκαμε. Περιμέναμε την τελική μέρα.

Πριν αρχίσει η προετοιμασία για επιβίβαση στο μικρότερο σκάφος, το Λίτλ Τομ, επικοινώνησε όλο το πλήρωμα με τις οικογένειες τους. Οι δικοί μου λείπανε από το σπίτι και ζήτησα να τους πάρω στο κινητό. Ο κυβερνήτης ξίνισε τα μούτρα.
-Πατέρα να με δείτε το βράδυ στην τηλεόραση, θα με δείξει ζωντανά
-Φτου! Παίζει και ο θρύλος με τον Λεβαδειακό βρε μάτια μου

Στο Λίτλ Τομ ήταν πολύ στριμόκωλα. Ο κυβερνήτης, ο πρώτος μηχανικός, ο γεωλόγος και εγώ σε ένα διαστημοπλοιάκι δύο επί τρία. Πριν φορέσουμε τις στολές μας πήγαμε όλοι υποχρεωτικά για κατούρημα και χτενιστήκαμε. Για να πω και την αλήθεια εγώ έβαλα λίγο ρουζ και λίγο κραγιόν.

Άντε πάλι ξανά μανά με την αντίστροφη μέτρηση, 10, 9, 8 και τα λοιπά... 1
Σκάσαμε στον Άρη σαν καρπούζι. Αναπηδήσαμε ίσα με δεκαπέντε φορές μέχρι να σταθεροποιηθούμε. Το κεφάλι μου έγινε καζάνι.
"Ανάθεμα τις εξυπνάδες της Νάσα. Που με ξεσήκωσε από το χωριό μου και με έφερε στου διαόλου την μάνα, σιχτίρ, μου έγινε ο εγκέφαλος μίλκ σέϊκ... #$@(&^$"

-Μέϊτζορ Τομ του Λίτλ Τομ
.
.
-Μέϊτζορ Τομ του Λίτλ Τομ;
-Δεν σ' άκσα Μέϊτζορ Τομ
-Έλα Λίτλ Τομ με ακούς;
-Όλ ράϊτ Μέϊτζορ Τομ, τώρα σ' άκσα
-Όλοι καλά;
-Ναι όλοι οκ, μόνο η Ντόκορ Άλεξ κάτι λέει στα ελληνικά, ντεν καταλαβαίνει
-Κόπυ δάτ.

Η πόρτα άνοιξε. Η μεγάλη στιγμή είχε φτάσει. Θα ήμουν η πρώτη γυναίκα που πάταγε το πόδι της στον Άρη. Τρία σκαλοπάτια και θα ακουμπούσα το κόκκινο χώμα.
Στο πρώτο σκαλί γύρισα προς την κάμερα και έκανα το σύμβολο της νίκης, στο δεύτερο σκαλί γύρισα ξανά προς την κάμερα και έστειλα φιλί, στο τρίτο σκαλί γλίστρησα και έπεσα στον Άρη με τον κώλο.
Σείστηκε η γη από τα γέλια.

Περιπλανήθηκα στον χώρο σαν να μάζευα παπαρούνες μέσα στο δάσος ώσπου είδα μια λακκούβα με υγρό. Έβγαλα το γάντι και βούτηξα το χέρι στο υγρό. (μην ακούσω παρατηρήσεις πως δεν μπορείς να βγάλεις το γάντι στον Άρη, δεν βλέπετε τι βλακείες γράφω πρωϊνιάτικα, εκεί θα κολλήσουμε;)
Έβγαλα λοιπόν το γάντι, πλατσούρισα στο υγρό και έγλειψα το δάχτυλο μου.
"Μια μικρή σταγόνα νερού στον Άρη... αχ... ένα μεγάλο ποτάμι χαράς στην Γη".

Να, κάτι τέτοια σκεφτόμουν παιδί και τώρα δεν συμμαζεύομαι.
Και αναρωτιούνται μερικοί γιατί δεν πάω καλά (!!!)

Φεύγω για λίγες μέρες, μην αφήσετε το Χημείο μου να αραχνιάσει

Monday, May 01, 2006

"Ανάποδη Πραγματικότητα"

Όταν η πραγματικότητα δεν μου αρέσει προσπαθώ να την δω ανάποδα.
Είναι ένα κόλπο που ανακάλυψα όταν ήμουν παιδί.

Στην αυλή του σπιτιού μου έκανα ένα κατακόρυφο, ακουμπούσα τα πόδια στον τοίχο και έβλεπα τον κόσμο ανάποδα.
Όλα ήταν αλλιώτικα!
Καθόμουν έτσι αρκετή ώρα, μέχρι να μουδιάσει το κεφάλι μου.
Επικεντρωνόμουν σε όλες τις μικρές λεπτομέρειες που δεν είναι ορατές όταν βλέπεις την πραγματικότητα "από την καλή".

Το βλέμμα μου έμενε σε αντικείμενα που είχα δει εκατοντάδες φορές αλλά στην ουσία δεν τα είχα ανακαλύψει ακόμα.
Κοιτούσα την ξύλινη καρέκλα, το ένα πόδι της ήταν γρατσουνισμένο. Έβλεπα πολλές μικρές γρατσουνιές, άλλες πιο βαθιές, άλλες πιο επιφανειακές. Θυμήθηκα μια ηλιόλουστη μέρα που ο Ιντιάνα, ο γάτος μας, τρόχιζε τα νύχια του. Ώστε πέρασε τελικά και από εκεί. Ανακάλυψα την ζαβολιά του.




Στην ρίζα μιας τριανταφυλλιάς είδα ένα μικρό κόκκινο αντικείμενο. Κοιτούσα επίμονα μέχρι να καταλάβω τι είναι. Χα! Το χαμένο μου κόκκινο λαστιχάκι για τα μαλλιά. Πόσες μέρες το έψαχνα; Φυτεύτηκε στο χώμα... λες να βγει δεντράκι με κόκκινα λαστιχάκια;

Η Σπίθα, το μαύρο αγαπημένο μου σκυλί, ερχόταν και με παρεμπόδισε συχνά στις ανάποδες εξερευνήσεις μου. Της φαινόταν περίεργο που το ζώο - ο άνθρωπος μπορούσε να σταθεί στα μπροστινά του πόδια. Θυμάμαι την μουσούδα της μέσα στο πρόσωπο μου ή την ουρά της. Με ύφος όχι και τόσο σοβαρό, πως να ήταν σοβαρό από τα γέλια, προσπαθούσα να την διώξω.

Στην μαύρη σιδερένια κολώνα, που στήριζε το αμπέλι, μια ομάδα μυρμηγκιών ανέβαινε και κατέβαινε ή κατέβαινε και ανέβαινε... εξαρτάται από ποια πλευρά θα το δεις.

Ο χώρος στο δωμάτιο μου ήταν περιορισμένος και έτσι βρήκα άλλο τρόπο να βλέπω την ανάποδη πραγματικότητα.
Ξάπλωνα ανάσκελα και κατά πλάτος στο κρεβάτι. Το κεφάλι προεξείχε και το άφηνα προς τα κάτω, σχεδόν να ακουμπά στο πάτωμα. Και να! Ένα καινούργιο δωμάτιο μπροστά μου για να το ανακαλύψω.

Συνήθως το πρώτο που έβλεπα ήταν οι πεταμένες κάλτσες του αδερφού μου κάτω από το κρεβάτι του. Ανακάλυπτα και διάφορα δικά μου αντικείμενα που μου έκρυβε επίτηδες.
(Πόσο θα αγαπιόνταν άραγε τα αδέρφια αν δεν υπήρχαν οι σκανδαλιές των παιδικών χρόνων;)

Συχνά διαπίστωνα πως κάποια πράγματα στην πραγματικότητα ήταν πιο όμορφα από ότι στην ανάποδη πραγματικότητα. Ένα από αυτά ήταν η τεράστια μύτη του Τζόν Μπόν Τζόβι στην μεγάλη αφίσα που είχα στην ντουλάπα μου. Νομίζω πως εκείνη την μέρα τον χώρισα. Δεν ξέρω αν το έχει ξεπεράσει ακόμα.

Την ανάποδη πραγματικότητα δεν σταμάτησα να την ψάχνω όταν μεγάλωσα. Άλλωστε αν την δεις για μια φορά θα την αναζητάς για πάντα.
Διάβαζα τα σημειώματα που είχα κολλημένα πάνω από το γραφείο μου.
Στο ποίημα του Σεφέρη έψαχνα να βρω κρυμμένα νοήματα στις ανάποδες λέξεις.
"Λυπάμαι γιατί άφησα να περάσει ένα πλατύ ποτάμι μέσα απ' τα δάχτυλα μου..."
Πιο δίπλα ένα άλλο σημείωμα "Πάψε να χαζεύεις. Διάβασε! Οι πανελλήνιες πλησιάζουν".

Στην μεγάλη φωτογραφία, στον απέναντι τοίχο, το ηλιοβασίλεμα στην παλιά πόλη των Χανίων. Μια απίστευτα όμορφη φωτογραφία που είχα βγάλει κατά λάθος.
Που είναι η θάλασσα και που ο ουρανός;
Η ομορφιά της είναι ίδια, ανέπαφη, σε κάθε πραγματικότητα.




Όπως παλιά, έτσι και τώρα, κάθε φορά που η πραγματικότητα με πιέζει αναζητώ την ανάποδη. Μήπως και ανακαλύψω σε αυτά που με περιτριγυρίζουν και ενίοτε με πνίγουν κάτι καινούργιο, κάτι που ως τώρα δεν έχω ξαναδεί.
Κάτι που μπορεί να με κάνει να αγαπήσω ξανά αυτά που δεν αντέχω.

Δεν είμαι καλά, πάω να ξαπλώσω.
Ανάποδα, εννοείτε.




Λυπάμαι γιατί άφησα να περάσει ένα πλατύ ποτάμι
μέσα από τα δάχτυλά μου χωρίς να πιω ούτε μια στάλα.
Τώρα βυθίζομαι στην πέτρα.
Ένα μικρό πεύκο στο κόκκινο χώμα, δεν έχω άλλη συντροφιά.
Ό,τι αγάπησα χάθηκε μαζί με τα σπίτια
που ήταν καινούρια το περασμένο καλοκαίρι
και γκρέμισαν με τον αγέρα του φθινοπώρου...

Μυθιστόρημα, Γ. Σεφέρης