Friday, July 22, 2005

ΚουνουποΦεγγαράδα

Στην μια τσάντα τα σουβλάκια και οι μπύρες, καθόλου ρομαντικά, ίσως έπρεπε να φτιάξω κάτι πρόχειρο...μπριός με χαβιάρι, συκωτάκι πατέ και δυο τρία σπαράγγια δεμένα με άνηθο και για επιδόρπιο κρεμ μπουλέ.
Στην άλλη όλα τα απαραίτητα ρομαντικά αντικείμενα, κεριά, αντικουνουπικό στίκ, φενιστίλ...(τα φιδάκια βρε μωράκι...τα φιδάκια ξέχασες)

Για λίγη ώρα περιφερόμασταν με το αυτοκίνητο για να βρούμε την κατάλληλη παραλία, από όπου να μπορούμε να αγναντεύουμε το φεγγάρι. Συχνά πυκνά το χάναμε από τα μάτια μας, κρύβονταν από τα σύννεφα.
Αποφασίσαμε τελικά για την παραλία με βάσει την ταβέρνα, που βρίσκεται εκεί κοντά και πουλάει και παγωτά, παρά αν θα φαίνεται ή όχι το φεγγάρι.

Στρώσαμε τις ψάθες, τις πετσέτες και άναψα τα κεριά.
Το φεγγάρι ήταν ακριβώς απέναντι μας αλλά πίσω από μαύρα σύννεφα.
Ώρα να φάμε τα σουβλάκια μέχρι να εμφανιστεί.
Το φεγγάρι δεν έλεγε να φανεί ... φάγαμε και παγωτό.

Τα κεριά σβήσανε συνεχώς και εγώ επέμενα να τα ανάβω.
Μέχρι που τελείωσε ο αναπτήρας και δεν είχα φωτιά ούτε για τσιγάρα.
Μετά από εντατικό ψάξιμο βρήκα σπίρτα στην τσάντα μου, που τα χωράει όλα.

Κανένα ίχνος από κουνούπια.

Το φεγγάρι έβγαινε και κρυβόταν συνεχώς αλλά ήταν το τελευταίο που μας απασχολούσε.
Γέλια και πειράγματα, πειράγματα και γέλια.
Το φεγγάρι ήταν μόνο η αφορμή, τα φιλιά του το ζητούμενο.

Μια μικρή παρέα που έκατσε πιο δίπλα μας χάλασε λίγο την ατμόσφαιρα.
Αποφασίσαμε να μετακινηθούμε κάτω από ένα δέντρο για να μην φαινόμαστε πολύ.
Ψάθες, κεριά, μπύρες, μεταβολή και πάμε.

Στην αρχή ήταν το ίδιο όμορφα, μετά άρχισε ο εφιάλτης.
Πολλά ίχνοι από κουνούπια.
Επιδρομή μιας διμοιρίας κουνουπιών και σε τρία λεπτά ο Nick ευχόταν να είχε άλλα 4-5 χέρια για να ξύνεται.
Εγώ την γλίτωσα μόνο με δύο τσιμπήματα στα πόδια, γιατί αφενός ήμουν ξαπλωμένη και καλυμμένη από τον Nick και αφετέρου φορούσα ακόμα το μπλουζάκι μου.
Ψάθες, κεριά, μπύρες, ξανά μεταβολή και επιστροφή στο αρχικό σημείο.

Πήρα ένα κερί για να δω τα τσιμπήματα στην πλάτη του και να βάλω φενιστίλ.
Αντίκρισα σεληνιακό τοπίο, κρατήρες και υψώματα.
Τα παλιοκουνούπια δεν θα πήραν ανάσα... ρούφηξαν με μανία το γλυκό του αίμα.
"Πως είναι;"
"Νομίζω είναι ώρα να φύγουμε"
"Τόοοσο χάλια;"
"Και χειρότερα"

Φτάνοντας στο σπίτι το ένα του αυτί ήταν μεγαλύτερο από του Ντάμπο.
Καθώς έβαζα ξανά αλοιφή μέτρησα τα τσιμπήματα.
24
Χωρίς λόγια.

Ελπίζω τα σιχαμένα κουνούπια να έχουν βαρυστομαχιάσει και να ψάχνουν για μαλόξ.
Και ελπίζω να ρεύονται σουβλάκι για πολλές μέρες ακόμα.
Σιχαμένα κουνούπια ξεκάνατε το μωρό μου :(

Συμπέρασμα: μην πάτε κάτω από δέντρα ακόμα και αν σας παίρνουν μάτι.

1 comment:

ka8y said...

Στις καβουρότρυπες τα κουνούπια δεν ήταν λιγότερο εκδικιτικά...

Τα πόδια του μωρού μου σουρωτήρι και εγώ η τρελή με την fenistil...

αχ....ΚΑι εμείς δεν αντέξαμε πολύ...