Κατασκήνωση στελεχών με τους Οδηγούς τον Αύγουστο του '98.
Ξεκινήσαμε σχεδόν 110 Οδηγοί από το λιμάνι του Πειραιά, όλοι φορώντας τα μαντήλια στο λαιμό μας. Δεν ήξερα κανέναν αλλά νοιώθαμε όλοι σαν μια μεγάααααλη παρέα.
"Γεια, είμαι η Αλεξάνδρα, από Γιάννενα, εσύ;"
"Είμαι ο Θωμάς, από Κοζάνη, έτοιμη για περιπέτεια;"
"Έτοιμη!!!"
Το ταξίδι ήταν τουλάχιστον 14 ώρες, συστήθηκα σχεδόν με όλους εκείνο το βράδυ.
Στο τέλος δεν θυμόμουν κανέναν.
Στο κατάστρωμα ο Θοδωρής με την κιθάρα του δέχονταν παραγγελιές όλη την νύχτα.Ματώσανε τα δάχτυλα του...αλλά συνέχιζε.
Είχε μαζευτεί πλήθος κόσμου τριγύρω του, σιγοτραγουδούσε και ζήταγε τραγούδια, συνέχεια.
Όσα δεν ήξερε να τα παίζει με την κιθάρα τα τραγουδούσαμε χωρίς μουσική...όλοι μαζί.
Μια παρέα νεαρών Ιταλών με ρώτησε τι ήμαστε... τι είναι τα μαντήλια μας.
Άντε να εξηγήσεις πως ήμασταν μια παρέα τρελών για δέσιμο και διψούσαμε για περιπέτεια.
Πώς να το πεις αυτό στο Ιταλο-λουκουμάκι με τα λιγοστά Αγγλικά του;
"Shut up and dance little boy" i said, και υπάκουσε.
Το χάραμα μας βρήκε κομμάτια στο κατάστρωμα, να κοιμόμαστε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. (όχι στην αγκαλιά του Ιταλού, είχε κατέβει σε προηγούμενο λιμάνι, γμτ)
Αλλά εμείς είχαμε δρόμο ακόμα μπροστά μας...ή μάλλον θάλασσα.
Ένας από τους "άλλους" επιβάτες (Γιάννη νομίζω τον λέγανε) που πέρασε την νύχτα μαζί μας τραγουδώντας, ξέχασε επίτηδες να κατέβει στο λιμάνι που έπρεπε. Τηλεφώνησε στην παρέα του, που τον περίμενε σε άλλο νησί, πως δεν θα πάει κοντά τους.
Μας ακολούθησε και εμείς τον κάναμε δικό μας (και ειδικά μια νεαρά τον έκανε ολοκληρωτικά δικό της)
Από την Σάμο πήραμε το καράβι για Αγαθονήσι. Όταν άρχισε να φαίνεται απο μακρυά η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά (επίσης είχα φάει και κάτι χαλασμένα τυροπιτάκια και ανακατευόμουν).
Σαν να ξαναγύριζα και ας μην είχα ξαναπάει.
Στο λιμάνι μας περίμενε ο Δήμαρχος (ο Μαντάς), ο Αντιδήμαρχος (ο Γκόρτσος), ο Διοικητής του στρατοπέδου(ο Στρατηγός Θεοχάρης) και πλήθος κόσμου.
Δύο στρατιωτικά φορτηγά πλήρως επανδρωμένα με φαντάρους περίμεναν να πάρουν τα σακίδια μας για να τα μεταφέρουν στο χώρο της κατασκήνωσης.
Εμείς θα πηγαίναμε με τα πόδια (ή με τα χέρια, ή με την γλώσσα που είχε κρεμάσει απο την κούραση και την ζέστη).
Και φτάσαμε.
Ένας υπέροχος κόλπος με κρυσταλένια νερά, βότσαλα και παραπάνω ξεραΐλα και χώμα.
"Που είναι τα δέντρα" ρώτησα..."δεν έχει ετούτος ο τόπος δέντρα;"
Εμ δεν είχε.
Ξεφορτώσαμε τα φορτηγά και φτιάξαμε ένα βουνό με σακίδια.
Πιάσαμε τις τσουγκράνες και ξεκινήσαμε την αποψίλωση της περιοχής. Έπρεπε να στήσουμε τις σκηνές πρίν μας πάρει η νύχτα.
Δεν θυμάμαι τι φάγαμε (σίγουρα κάτι μπαγιάτικο), ούτε τι ήπιαμε (το τσίπουρο είχε τελειώσει ήδη).
Το Αρχηγείο είχε οργανώσει μια πολύ όμορφη τελετή υποδοχής (δεν περιλάμβανε θυσίες παρθένων...τις είχε πατήσει ήδη το τρένο).
Στην σκηνή συγκατοικούσα με τον Θοδωρή και την Νίκη.
Άνοιξα την βαλίτσα και έβγαλα το μικρό τσαντάκι με τα φάρμακα (τριών ειδών ενέσεις, χάπια, γάζες κτλ κτλ).
Ήμουν και παραμένω αλλεργική στα τσιμπήματα μελισσών, σφηκών, φιδιών και σκορπιών (ειδικά τα δύο τελευταία με πεθαίνουν κυριολεκτικά).
Εξήγησα τι έπρεπε να κάνουν σε περίπτωση που κάτι με τσιμπούσε (δεν μπορούσαν βέβαια να κάνουν και πολλά γιατί και με ελικόπτερο να με έπαιρναν δεν με προλάβαιναν, το πολύ-πολύ να με έριχναν σε κανά χαντάκι με λίγο χώμα από πάνω).
Τους είχα αφήσει το καλύτερο για το τέλος, για έκπληξη.
Έπρεπε να κοιμούνται με κλειστή την σκηνή για να μην μπεί κανένας δηλητηριώδης επισκέπτης και με χάσουν μες στην νύχτα.
Γούρλωσαν τα μάτια τους, κούνησαν το κεφαλάκι τους...μήπως δεν άκουσαν καλά;
"Αχ ρε Άλεξ δεν είχες μπέσα...ήσουνα μπαμπέσα, μας το φύλαγες;"
Ήταν εφιαλτικό ακόμα και για μένα...βρε με τα εσώρουχα είχαμε μείνει και στάζαμε ιδρώτα.
"Αμάν...έστω λίγο από πάνω βρε κορίτσι;"
"Τσούκ" (έλεγε το κορίτσι)
Απορώ πως γλίτωσα το ξύλο.
Ίσως να χάσαμε από δύο κιλά εκείνο το βράδυ.
Κάποια στιγμή πήρα την θαραλλέα απόφαση, να ανοίξω τα πορτάκια της σκηνής, βασισμένη σε ένα σοφό και ακράδαντο επιχείρημα: "είμαστε" ,λέω, "110 άνθρωποι εδώ πέρα...εμένα θα βρούνε να τσιμπήσουνε;" (Λογικότατο το βρίσκω ακόμα και τώρα)
Και ανασάναμε.
Από την επόμενη βραδιά κοιμόμασταν σχεδόν όλοι χωρίς σκηνή στην παραλία, μόνο με στρωματάκια. (μέσα στην θάλασσα είχαμε βάλει καφάσια με μπύρες για να διατηρούνται-ας πούμε-χλιαρές)
Κάθε πρωί ξυπνούσαμε σαν σίγμα-τελικό με λακούβες στα κορμιά μας.
Αλλά τουλάχιστον είχαμε δροσιά.
Συνεχίζεται...
τι νομίσατε ότι τόσο εύκολα θα γλιτώσετε;;; (απο αύριο δεν θα μου μείνει κανένας αναγνώστης, από τους λίγους που κατάφερα να αποκτήσω γράφοντας για σιχαμένα και μπινελίκια)
10 comments:
Κοίτα που κάτι λέγαμε για σεντόνια...
Ο κολλητός μου έκανε πέρσι φαντάρος στο Αγαθονήσι για κανά δίμηνο!Αν και δε θυμάμαι να το περιέγραφε τόσοοο ειδυλλιακό...
Δηλαδή αυτός ο Θοδωρής ή θα μάτωνε τα δάχτυλα του στην κιθάρα για να σε (σας) ευχαριστήσει ή θα έλιωνε από τη ζέστη στη σκηνή για το χατήρι σου;
Πολύ γκαντεμιά...
PS:Ξέχασες να πεις ότι τους είχες ενημερώσει ότι είσαι αλλεργική και στις μπανάνες!!! :-ppp
Όταν η παρέα το ζητάει ο Θοδωρής δεν σταματά να παίζει και να μας διασκεδάζει.
Είναι χρόνια φίλος και δεν ήθελε να με βάλει σε κίνδυνο...αλλά μπορεί και να με έδερνε την επομενη βραδιά αν δεν άλλαζα στάση...εκτός και αν έπαιρνε τα βουνά. :)
Εγώ τα βλέπω ειδυλλιακά γιατί δεν έκανα φαντάρος εκεί, αν και όταν θα ποστάρω την συνέχεια θα δείς οτι δεν διαφέρει και πολύ.
Δεν υπήρχαν μπανάνες στο νησί, ψυγείο δεν είχαμε...που να διατηρούσαμε μπανάνες.
Άσε που αν φάω και καμία άντε να υποφέρω για κανα δυο μέρες.
Όλο παρατηρήσεις είσαι ρε Κωστή...πες και κανέναν καλό λόγο για το κείμενο μου.
Τόοοοσο ζηλέυεις που γράφω αριστουργήματα;;; :P
(και δεν είναι σεντόνι...είναι κομματάκια σεντονιού...γι'αυτό το έκοψα κιόλας για να μην σας κουράζω πιστοί μου αναγνώστες)
Βασικα για να ειμαστε ειλικρινης, ο Θοδωρης θελει δε θελει η παρεα παιζει μεχρι να πεινασει (μονο το φαγητο ειναι ικανο να τον σταματησει!!). Βρε δε πα να πιανεις την κουβεντα με αλλους και να τον αγνοεις, δεν πα να την κανει ολο το κοινο με ελαφρα πηδηματακια αυτος συνεχιζει, duracel!
Πολυ ωραιο το κειμενο Αλεξ, συνεχισε! Κι ας μην ημουν εκει να μπορω να συμπληρωσω.
Έρχομαι πρωί πρωί στο γραφείο με σκοπό να διαβάσω τη συνέχεια και δε βλέπω τίποτα...
Άντε μην μας αφήνεις σε αγωνία! (Και αυτό το λέω σοβαρά!)
Ένας πιστός αναγνώστης
Κωστή η ιστορία είναι έτοιμη από χθές αλλά θέλει κόψιμο και ράψιμο.
Άσε που δεν θέλω να σας κουράζω πιστοί μου αναγνώστες...σιγά σιγά.
(και μην με κοροϊδεύεις βρε)
Όταν λέμε κάτι σοβαρά το εννοούμε!
Άντε ανέβασε το, γιατί έχω πήξει στην Java στο γραφείο και θέλω να ξεφύγω λίγο...Ιδίως μετά την απάντηση σου στο πρώτο μου σχόλιο, κάτι μου λέει ότι η ιστορία θα περιλαμβάνει και γεγονότα, όπως το προηγούμενο με το σερβιτόρο!
Άντε, άντε...
Cool blog, interesting information... Keep it UP » » »
ΑΓΑΠΗΤΗ ΑΛΕΞ.. ΑΝ ΚΑΙ 10 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΗ ΘΥΜΑΜΑΙ ΣΤΙΓΜΕΣ ΠΟΥ ΠΕΡΑΣΑΜΕ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΔΗΓΟΥΣ. ΗΜΟΥΝ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΠΟΥ ΠΕΡΙΜΕΝΑΝ ΕΚΕΙ ΚΑΘΕ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΝΑ ΕΡΘΟΥΝ ΟΙ ΟΔΗΓΟΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΚΑΤΙ ΤΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ. ΘΥΜΑΜΑΙ ΟΤΙ ΚΑΘΕΝΑΣ ΠΙΤΣΙΡΙΚΑΣ ΕΙΧΕ ΕΡΩΤΕΥΤΕΙ ΚΑΙ ΜΙΑ ΟΔΗΓΟ. ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ ΕΙΧΑ ΔΕΙ ΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΝΑ ΤΣΑΚΟΝΩΝΤΕ ΓΙΑ ΚΑΠΟΙΑ ΩΡΑΙΑ ΟΔΗΓΟ ΑΣ ΜΗ ΒΓΑΖΩ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ "ΤΣΑΚΟΝΟΜΑΣΤΑΝ". ΔΕΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΟΤΑΝ Η ΧΑΡΑ ΜΑΣ ΟΤΑΝ ΜΑΣ ΕΔΙΝΕ ΕΝΑ ΦΙΛΙ ΣΤΟ ΜΑΓΟΥΛΟ ΑΥΤΗ ΠΟΥ ΜΑΣ ΑΡΕΣΕ. ΠΕΡΑΣΑΜΕ ΩΡΑΙΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΜΠΑΝΑΚΙΑ ΣΤΗΝ ΘΑΛΑΣΣΑ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΝΥΧΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΠΟΛΛΑ... ΗΤΑΝ ΑΞΕΧΑΣΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ. ΦΙΛΙΚΑ ΝΙΚΟΣ
Αυτή τη στιγμή δεν μπορώ εγώ να περιγράψω την χαρά μου που κάποιος από το Αγαθονήσι μου έγραψε ένα μήνυμα!
Να είσαι καλά Νίκο, και να θυμάσαι πάντα τις ανέμελες μέρες στο πανέμορφο νησί σου.
Τι μου θύμησες....
Post a Comment